ΦPIXTH EMΠEIPIA ΣTIΣ ΦΛOΓEΣ
Της XPIΣTINAΣ ΔIAKATOY

“Είδα το χάρο με τα μάτια μου, ζώντας έναν φοβερό εφιάλτη”. Σ’ αυτή τη φράση συνοψίζονται τα όσα διηγήθηκε στον “Η” ο αρχιπυροσβέστης Διονύσης Παπαναστασάτος, ο οποίος, όπως αποκάλυψε η εφημερίδα μας, κατάφερε να βγει ζωντανός μέσα από το πυροσβεστικό όχημα που έγινε στάχτη, στην πρόσφατη μεγάλη πυρκαγιά της Αγίας Ειρήνης.
Ιδού, πως περιέγραψε τη φρικτή εμπειρία του, στα γραφεία του “Η”:

«Την ημέρα εκείνη ήμουν βάρδια στο Αργοστόλι και δεχθήκαμε μηνύματα από την περιοχή της Αγίας Ειρήνης ότι υπάρχει φωτιά σε δασικές εκτάσεις. Αμέσως εμείς ειδοποιήσαμε το περιπολικό μας που βρισκόταν στα Σίσσια να πάει προς τα εκεί. Επίσης ειδοποιήσαμε και το κλιμάκιο στη Σάμη να στείλει και το δικό της περιπολικό. οπως έφτασαν τα περιπολικά, μας είπαν ότι η φωτιά είναι μεγάλη και αμέσως ξεκινήσαμε και εμείς από το Αργοστόλι να στέλνουμε οχήματα για να βοηθήσουμε στο να ελεγχθεί η κατάσταση της φωτιάς, γιατί και από τηλεφωνήματα που δεχόμασταν από τα γύρω χωριά μας έλεγαν ότι η φωτιά εξαπλώνεται στα χωριά των Αννινάτων, Ασπρογέρακα και Σπαθί. Φύγαμε με το πυροσβεστικό όχημα 1697 εγώ και ένας άλλος συνάδελφος. Εγώ ήμουν ο οδηγός και αυτός ο αξιωματικός βάρδιας στο Αργοστόλι. Το όχημα με το οποίο πήγαμε ήταν το μεγάλο, ο “Δότης” όπως το λέμε εμείς, γιατί είναι και για κατάσβεση και για να τροφοδοτεί με νερό και τα άλλα μικρότερα οχήματα, καθώς έχει χωρητικότητα 12 τόνους νερό.

Φτάσαμε στην περιοχή και αντικρίσαμε μια κόλαση. Φωτιά παντού, στα βουνά, στις χαράδρες, παντού. Ηδη υπήρχαν εκεί και άλλα πυροσβεστικά οχήματα μαζί με το όχημα του διοικητή κ. Μίκη Τετενέ με τον υποδιοικητή, τον προϊστάμενο της πολιτικής προστασίας κ. Ανδρεάτο, τον κ. Κουγιαννό επικεφαλής του Κλιμακίου Σάμης και επίσης πυροσβεστικά οχήματα της Σάμης.

Εμείς από την Πάστρα στρίψαμε στην περιοχή των Αννινάτων και του Ασπρογέρακα για να πάμε εκεί να βοηθήσουμε την κατάσταση. Η φωτιά εκεί είχε κάνει ένα τεράστιο κύκλο. Φανταστείτε τα βουνά πάνω από τον Πόρο, Ανδριολάτα, Αννινάτα, Σπαθί και ο κύκλος αυτός άνοιγε, πήγαινε παντού. Το πιο κρίσιμο σημείο όπου δόθηκε η μεγάλη μάχη, ήταν ο δρόμος κατά τα χωριά αυτά, όπου αν θυμάστε το 2007, είχαν ξανακαεί. Το σημείο που καιγόταν ήταν αρκετά δύσβατο, γιατί δεν είχε καεί ξανά και η βλάστηση ήταν πυκνή.

Στο συγκεκριμένο σημείο η φωτιά ήταν σε χαράδρες, αρκετά χαμηλά. Θα έλεγα μεσαίας έντασης. Εμείς είχαμε τοποθετηθεί στο ύψωμα με τρία υδροφόρα οχήματα και τις δυνάμεις της Σάμης που ανέφερα πριν, τρία τζιπ και ένα όχημα για τους πεζοπόρους πυροσβέστες.


Aνεξέλεγκτη
Ξαφνικά η φωτιά άρχισε να ανεβαίνει την πλαγιά και μέσα σε δευτερόλεπτα πήρε τεράστιες διαστάσεις και ερχόταν προς τα εμάς. Αμέσως ο διοικητής κατάλαβε πως δεν μπορούμε να ελέγξουμε τη φωτιά και φώναξε στον ασύρματο «Η φωτιά δεν ελέγχεται». Τότε όλοι αρχίσαμε να φεύγουμε. Πρώτα έφυγαν τα πιο μικρά οχήματα γιατί ήταν πιο ευκίνητα. Εγώ βρισκόμουν μέσα στο «Δότη», ο οποίος ήταν εν κινήσει (η μηχανή ήταν αναμμένη) και είχα κομπλάρει την αντλία γιατί ο επικεφαλής του οχήματος ήταν πίσω και είχε αρχίσει να καταβρέχει την περιοχή γύρω από το δρόμο μήπως έτσι καταφέρει να κόψει τη φωτιά. Αλλά ήταν αδύνατο, γιατί ήταν τόσο έντονη και πήρε τέτοια εξέλιξη, που ο συνάδελφος δεν μπόρεσε να μπει στο όχημα και έφυγε από πίσω τρέχοντας. Ευτυχώς που δεν μπήκε μέσα, γιατί θα ήμασταν δύο εκεί και δεν ξέρω τι θα γινόταν.

Εγώ μόλις είπε ο διοικητής να φύγουμε πατάω γκάζι, αλλά το αμάξι ήταν τόσο βαρύ και χρειαζόταν οξυγόνο για να αρχίσει να κινείται. Εκεί είδα τον χάρο με τα μάτια μου. Σκέφτηκα ότι θα καώ, έβλεπα τις φλόγες να περνούν γύρω και κάτω από το αμάξι και να με περικυκλώνουν. Προσπάθησα άλλη μία φορά να βάλω μπροστά το αμάξι αλλά δεν τα κατάφερα και έτσι πήρα τον ασύρματο και είπα: «ο “Δότης” καίγεται. Βοήθεια είμαι μέσα. O “Δότης” καίγεται». Αμέσως ο διοικητής με διέταξε «Διονύση εγκατέλειψε το “Δότη” για να σωθείς». Μετά δεν υπήρχε άλλη επικοινωνία γιατί η κεραία του ασύρματου κάηκε και ο ασύρματος νέκρωσε.

Αν είχα κάνει αυτό που μου είπε ο διοικητής θα είχα καεί και ευτυχώς που με συγκράτησε η ψυχραιμία μου και έμεινα μέσα στην καμπίνα του αυτοκινήτου και προσπάθησα να εκμεταλλευτώ το οξυγόνο που υπήρχε μέσα. Ευτυχώς είχα και τον κατάλληλο εξοπλισμό, γάντια, γυαλιά, στολή και μάσκα δασοπυρόσβεσης. Η στολή ήταν η ειδική πουφοράμε σε αυτές τις καταστάσεις, στις φωτιές δασών. Η εκπαίδευσή μου με βοήθησε να σκεφθώ και να λειτουργήσω ψύχραιμα.

Μέσα στην καμπίνα κάθισα σίγουρα 3 λεπτά και ήμουν σαν σε φούρνο. Τα τζάμια ήταν κλειστά όπως προβλέπεται, εκεί είναι ένας χώρος σωτηρίας για τον οδηγό, και η καμπίνα και η δεξαμενή νερού. Μετά από λίγο έβγαλα τα γάντια γιατί κάποια σημεία που ήταν από πλαστικό άρχισαν να λιώνουν και κόλησαν στα χέρια μου που έβρεχα για να μην καούν, γιατί ήταν το μόνο σημείο εκτεθειμένο στη φωτιά. Ηδη έχω κάποια μικροεγκαύματα στα χέρια μου.

Η καμπίνα μετά από λίγο άρχισε να βγάζει καπνούς, γιατί το αμάξι είχε πάρει φωτιά πλέον για τα καλά, τα λάστιχα, το ρεζερβουάρ, όλα καιγόταν. Ηδη άκουγα μικροεκρήξεις από το όχημα. Αισθάνθηκα τότε πως αναπνέω πλαστικό και ήταν αρκετά αποπνικτικό. ομως προσπάθησα να μείνω όσο περισσότερο μπορούσα μέσα στην καμπίνα γιατί έβλεπα πως έξω εξακολουθούσε να είναι δυνατή η φωτιά. Σκέτη κόλαση. Τελευταία στιγμή σκέφτηκα πως μπορεί να είχε χαλάσει ο μηχανισμός της πόρτας και να εγκλωβιστώ.

Η μόνη επικοινωνία πέραν από τον ασύρματο που είπαμε ότι είχε χαλάσει ήταν το κινητό μου τηλέφωνο που κάποια στιγμή ένιωσα να χτυπάει. Το έβγαλα από την τσέπη μου και είδα ότι ήταν ο συνάδελφος που είχε σωθεί πριν λίγο. Εκείνη τη στιγμή χάρηκα πάρα πολύ, γιατί μέσα σε όλη αυτή την κατάσταση τον σκεφτόμουν και ήθελα να μάθω αν ήταν καλά. Το σήκωσα, φυσικά, δεν άκουγα τι έλεγε γιατί το κράνος, η μάσκα και τα γυαλιά με εμπόδιζαν στο να βάλω το κινητό στο αφτί μου έτσι του είπα «Μάκη είμαι καλά, αλλά ο “Δότης” καίγεται και είμαι μέσα» και το έκλεισα.

Δεν υπήρξε άλλη επικοινωνία ή βοήθεια, αλλά μετά έμαθα πως όλοι έδιναν την δική τους προσωπική μάχη σαν εμένα. Το όχημα με έσωσε για όσο ήταν δυνατόν. Μετά κατάλαβα πως θα άρχιζε να με καίει και έτσι βγήκα και άρχισα να περπατάω με γρήγορο ρυθμό, όχι τρέχοντας, έτσι όπως έχουμε εκπαιδευθεί για οικονομία στο οξυγόνο, προς τα μπροστά, όπου είδα μια φιγούρα να μου φωνάζει «που είσαι; Είσαι ζωντανός;». Πήγα κοντά και είδα πως και οι άλλοι συνάδελφοι είχαν υποστεί μικροζημιές, μικροτρυαματισμούς και εγκαύματα. Καθίσαμε στο πλάτωμα όλοι μαζί και περιμέναμε να δούμε τι θα γίνει».
O κ. Παπαναστασάτος μας είπε ακόμη ότι περνώντας με το όχημα μέσα από τη φωτιά, σε καμία περίπτωση δεν μπορούσε να γίνει μεγάλη έκρηξη στο όχημα από τα καύσιμα, λόγω του ότι το πετρέλαιο είναι βραδύκαυστο.
Προσθέτει ότι έζησε ένα θαύμα και πως ούτε μια φορά δε σκέφτηκε να τα παρατήσει μετά από αυτήν την φρικτή εμπειρία. Παραδέχθηκε πως η δουλειά του είναι πολύ επικίνδυνη, αλλά ποτέ δε σκέφτηκε να τα παρατήσει, γιατί κάνει κάτι που πραγματικά αγαπάει, κάτι που ήθελε να κάνει από παιδί. Η Πυροσβεστική και οι υπηρεσίες Πυρόσβεσης που προσφέρει είναι γι’ αυτόν σκοπός ζωής.
Η Παναγία, το Εκκλησάκι που ήταν κοντά στο σημείο του προσωπικού του εφιάλτη σίγουρα κάπου βοήθησε, όπως είπε και ο ίδιος.
• O κ. Διονύσης Παπαναστασάτος είναι παντρεμένος με την κ. Μαρία Τραυλού κόρη του τ. αερολιμενάρχη κ. Γεράσιμου Τραυλού και έχει δύο παιδιά ένα 8χρονο αγοράκι και ένα 4χρονο κοριτσάκι.
Εμείς, να ευχηθούμε στον κ. Παπαναστασάτο, αλλά και σε όλους τους πυροσβέστες μας, καθώς και στους εθελοντές μας, να είναι πάντα καλά και να βγαίνουν σώοι μετά από κάθε μάχη με τον πύρινο διάβολο, τη φωτιά!