Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Τετάρτη 30 Ιουνίου 2010


ΚΑΛΛΙΚΡΑΤΗΣ: ΥΠΕΡΤΙΜΗΜΕΝΟΙ ΟΙ ΔΙΕΚΔΙΚΗΤΕΣ ΤΩΝ ΤΙΤΛΩΝ

Του Διονύση Μινέτου
B.Sc Επιστήμη Περιβάλλοντος
MSc Coastal Zone Management
PhD & B.Sc Μηχανικός Χωροταξίας, Πολεοδομίας & Περιφερειακής Ανάπτυξης

Εν μέσω της χειρότερης ίσως οικονομικής κρίσης στη σύγχρονη ιστορία της χώρας, οι εξαγγελίες επώδυνων για τους εργαζομένους μέτρων έχουν λάβει πλέον καταιγιστικές διαστάσεις. Οι χαμηλόμισθοι υπάλληλοι του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα αλλά και οι συνταξιούχοι καλούνται για μια ακόμη φορά να σηκώσουν το βάρος της δημοσιονομικής εξυγίανσης της χώρας και ας μην έχουν την ευθύνη για την κατάσταση του χρέους και των ελλειμμάτων. Παράλληλα, οι νέοι εργαζόμενοι που εισέρχονται στην αγορά εργασίας, καλούνται να αποδεχτούν σεμνά και ταπεινά το χαρτζιλίκι των 592 € για 10ωρη ημερήσια εργασία με εναλλακτικό σενάριο τον εφιαλτικό και ερεβώδη κόσμο της ανεργίας. Και καθώς τα «χειρότερα έρχονται», η χώρα και κατ’ επέκταση η τοπική μας κοινωνία θα πρέπει να προετοιμαστούν για μια επώδυνη περίοδο προσαρμογής.
Μέσα σε ένα τόσο ζοφερό οικονομικό και κοινωνικό περιβάλλον και ενόψει της τρίτης - σε λιγότερο από 20 χρόνια - σημαντικής διοικητικής μεταρρύθμισης που προωθείται μέσα από το σχέδιο «Καλλικράτης», τα δημαγωγικά συνθήματα και οι κομματικές νοοτροπίες φαίνεται να εντείνονται αντί να υποχωρούν, προφανώς προσβλέποντας στη διατήρηση και επέκταση του μεριδίου που κατέχουν στις τοπικές αγορές ψήφων. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, 100 περίπου ημέρες πριν από τις αυτοδιοικητικές εκλογές να μην έχουν σχηματιστεί σαφείς πολιτικές προτάσεις και συνεπώς να μην υπάρχουν δράσεις για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης σε τοπικό επίπεδο. Οι γενικόλογες τοποθετήσεις διαδέχονται η μια την άλλη, ενώ η προσπάθεια σχηματισμού καινούργιων συνθημάτων - παρά τον αδιαμφισβήτητο πλούτο της ελληνικής γλώσσας και τις μεγάλες δυνατότητες λεξιπλασίας που προσφέρει - συναντά ανυπέρβλητες δυσκολίες καθώς τα έχουμε ήδη ακούσει όλα.
Η επόμενη μέρα μοιάζει ομιχλώδης και αδιευκρίνιστη παρά την επείγουσα κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε. Με το λιγοστό χρόνο που απομένει μέχρι τις εκλογές, το ερώτημα «ποια πολιτική πρόταση και ποιο σχέδιο εφαρμογής δίνουν περισσότερα εργαλεία και ταυτόχρονα αποτελεσματικές απαντήσεις για την αντιμετώπιση των τοπικών επιπτώσεων της οικονομικής κρίσης», δύσκολα θα απαντηθεί. Για να απαντηθεί με σαφήνεια το παραπάνω ερώτημα θα πρέπει βέβαια να προηγηθούν απαντήσεις ή εκτιμήσεις σε άλλα κρίσιμα συγγενή ερωτήματα όπως για παράδειγμα:
Ποιες θα είναι οι επιπτώσεις της οικονομικής κρίσεις στις θέσεις εργασίας και στα έσοδα των επιχειρήσεων στον κλάδο του τουρισμού του νησιού μας το 2010;
Ο κλάδος της εστίασης θα διατηρήσει το σημερινό αριθμό των επιχειρήσεων που τον αποτελούν ή θα συρρικνωθεί το μέγεθός του και πόσο;
Ο κρίσιμος κλάδος της οικοδομής που εμπλέκει πάνω από 100 διαφορετικά επαγγέλματα (μηχανικοί, εργάτες, προμηθευτές κλπ) θα συνεχίσει τη σημερινή του ελεύθερη πτώση ή θα σταθεροποιηθεί και σε ποιο σημείο ελάχιστου όγκου οικοδομικής δραστηριότητας;
Αν υποθέσουμε ότι οι παραπάνω κλάδοι συνθέτουν το βασικό τομέα1 της τοπικής οικονομίας (πράγμα που δεν είναι καθόλου σίγουρο), ποια είναι η εκτίμηση για τους κλάδους του μη βασικού τομέα1 της τοπικής οικονομίας; Το λιανικό εμπόριο, οι ιδιωτικές υπηρεσίες υγείας (ιδιωτικά ιατρεία) και εκπαίδευσης (φροντιστήρια) κλπ, οι τοπικές μεταφορές (ταξί, λεωφορεία κλπ) τα διάφορα ελεύθερα επαγγέλματα και όλα τα υπόλοιπα, θα υποστούν επιπτώσεις και σε τι μέγεθος;
Όταν μια περιοχή παρουσιάζει υψηλή εξειδίκευση σε έναν ή δύο οικονομικούς κλάδους (π.χ. τουρισμός, οικοδομή) είναι αναμενόμενο οι συνολικές επιπτώσεις μιας πτώσης στην επίδοση των κλάδων αυτών να είναι σχετικά σημαντικές για το σύνολο της τοπικής οικονομίας. Το ζητούμενο είναι να μην περιμένεις να συμβούν και στη συνέχεια απλώς να διαπιστώσεις τις επιπτώσεις, αλλά αντίθετα να προβλέψεις έγκαιρα και να εκτιμήσεις το είδος και το μέγεθός τους και φυσικά να παρέμβεις αποτελεσματικά, στο μέτρο του δυνατού. Για να προβλέψεις και να εκτιμήσεις όμως τις επιπτώσεις θα πρέπει να γνωρίζεις και να μπορείς να αξιολογήσεις τις διασυνδέσεις και τις εξαρτήσεις μεταξύ των τοπικών επιχειρήσεων και κατ’ επέκταση και των τοπικών οικονομικών κλάδων. Υπάρχουν όμως διαθέσιμα στοιχεία για τις τοπικές εμπορικές συναλλαγές και για τις τοπικές κλαδικές διασυνδέσεις; Δεν θα έπρεπε να υπάρχουν; Πώς μπορείς να σχεδιάσεις ή ακόμη χειρότερα, πώς σχεδιάζεις μέχρι σήμερα την κατανομή των οικονομικών κονδυλίων σε έργα υποδομών και προγράμματα χωρίς να ξέρεις πώς λειτουργεί η τοπική σου οικονομία; Γνωρίζεις σε ποιούς κλάδους έχεις καθαρό εξαγωγικό πλεονέκτημα (π.χ. τουρισμός) και σε ποιούς κλάδους η τοπική σου οικονομία εμφανίζει καθαρό έλλειμμα; Πώς πρέπει να χειριστείς τα εξαγωγικά σου πλεονεκτήματα και πώς τα ελλείμματά σου; Τι υποδομές και μέτρα πρέπει να προκρίνεις για να στηρίξεις τα εξαγωγικά σου πλεονεκτήματα και τι σχέδιο πρέπει να εφαρμόσεις για να μειώσεις τις αρνητικές συνέπειες των ελλειμματικών σου κλάδων;
Η άποψη ότι έστω και διαισθητικά γνωρίζουμε τη λειτουργία της τοπικής οικονομίας υπόκεινται σε μεγάλα περιθώρια λάθους. Τη λειτουργία της τοπικής οικονομίας τη γνωρίζεις όταν έχει μια σαφή εικόνα για τους δείκτες τοπικής εξειδίκευσης, για τη οριακή ροπή της τοπικής οικονομίας για εισαγωγές, για την οριακή ροπή της τοπικής οικονομίας για επενδύσεις, για το μέγεθος και είδος των εξαγωγικών της πλεονεκτημάτων, για το μέγεθος και τη δομή του περιφερειακού πολλαπλασιαστή της κλπ. Ο διαισθητικός σχεδιασμός της τοπικής ανάπτυξης οδήγησε την τελευταία δεκαετία στην υιοθέτηση ανερμάτιστων μοντέλων διοίκησης και τελικά στην κατασπατάληση των διαθέσιμων πόρων. Ακόμη και στις περιπτώσεις Δήμων όπου οι αρχικές προθέσεις ήταν ειλικρινείς και αγαθές, το τελικό αποτέλεσμα ήταν από μέτριο έως απογοητευτικό. Σίγουρα κάτι έγινε. Αλλά αυτό που θα μπορούσε να γίνει και δεν έγινε (με δεδομένους τους πόρους που δαπανήθηκαν) καθιστά το τελικό αποτέλεσμα άκρως απογοητευτικό.
Ας δώσουμε όμως ένα σύντομο παράδειγμα για να γίνει κατανοητό ότι τα πράγματα δεν είναι πάντα όπως φαίνονται. Τις προηγούμενες προγραμματικές περιόδους, σε διάφορα σημεία του Νομού, δαπανήθηκαν πολλά εκατομμύρια ευρώ για τη δημιουργία υποδομών ελλιμενισμού σκαφών αναψυχής. Η τάση τότε είχε πάρει τη μορφή μόδας ενώ επικρατούσε η αντίληψη ότι ο τουρισμός με κότερα και άλλα συναφή θαλάσσια μέσα είναι ακριβός τουρισμός και ότι κατά συνέπεια αφήνει περισσότερα έσοδα στην τοπική οικονομία. Έτσι, έχουμε πλέον τουριστικούς λιμένες, μαρίνες, καταφύγια αλλά και άλλες (μη χαρακτηρισμένες θεσμικά) εγκαταστάσεις στην Αγία Πελαγία, στο Αργοστόλι, στη Σκάλα, στη Σάμη στην Αγία Ευφημία, στο Φισκάρδο, στο Ληξούρι, στην Αγία Κυριακή, στο Βαθύ Ιθάκης, στο Κιόνι και στις Φρίκες Ιθάκης και αλλού. Για να μπορέσεις όμως να αντλήσεις περισσότερα έσοδα, σε σχέση με τα συνηθισμένα, από τη μορφή αυτή τουρισμού, απαραίτητη προϋπόθεση είναι να υπάρχει κοντά στη λιμενική εγκατάσταση μια ισχυρή και ελκυστική αγορά για τους τουρίστες με προϊόντα υψηλής προστιθέμενης αξίας τα οποία επιλέγουν και αγοράζουν οι τουρίστες προβαίνοντας σε μεγάλες δαπάνες. Κάτι τέτοιο φυσικά δεν υπάρχει πουθενά στα μέρη που προαναφέρθηκαν. Υπάρχει πιθανόν στις μαρίνες της Γαλλικής και Ιταλικής Ριβιέρας. Όχι όμως εδώ. Έτσι, τα κότερα προσεγγίζουν τις πανάκριβες λιμενικές εγκαταστάσεις που φτιάχτηκαν, συνήθως δεν πληρώνουν ούτε καν τα πενιχρά τέλη ελλιμενισμού καθώς στις περισσότερες περιπτώσεις δεν υπάρχει μηχανισμός να τα εισπράξει, αφήνουν χωρίς χρέωση τα σκουπίδια τους στη στεριά για την αποκομιδή των οποίων όμως ο Δήμος ξοδεύει χρήματα και τέλος, οι τουρίστες δεν χρειάζεται να δαπανήσουν χρήματα για διαμονή καθώς κοιμούνται μέσα στο σκάφος. Έτσι, οι ημερήσιες δαπάνες τους περιορίζονται σε έναν καφέ στην τοπική καφετέρια, μια μερίδα φαγητό στο εστιατόριο και κάποιο καρποστάλ από το τοπικό κατάστημα σουβενίρ.
Αντίθετα, οι δαπάνες του λεγόμενου μαζικού (κακού και φτωχού!) τουρίστα που φθάνει με τσάρτερ είναι σαφώς υψηλότερες από τις δαπάνες του εναλλακτικού (καλού και πλούσιου!) τουρίστα που διαμένει στο κότερο. Ο μαζικός τουρίστας τουλάχιστον ξοδεύει για τη διαμονή του! Περνά τις περισσότερες ώρες της ημέρας στη στεριά και δαπανά χρήματα τόσο εντός όσο και εκτός του μικρού ξενοδοχείου που διαμένει. Και σε κάθε περίπτωση, ποτέ δεν έγινε επαρκώς κατανοητό από αυτούς που το υποστηρίζουν, το γιατί είναι πιο οικολογικό να μένεις σε ένα αγρόκτημα (αγροτοτουρισμός!) ή να σκαρφαλώνεις στο βουνό (οικολογικός τουρισμός!), από το να ξαπλώνεις στη παραλία και να κάνεις μπάνιο στη θάλασσα. Τι κακό κάνει στο περιβάλλον ένας ή πολλοί άνθρωποι ξαπλωμένοι σε μια αμμουδιά; Γιατί η βουτιά στη θάλασσα δεν είναι οικολογικός τρόπος διακοπών; Όλη η παραφιλολογία γύρω από τις λεγόμενες εναλλακτικές μορφές τουρισμού έχει την πραγματική της βάση στο πώς θα βοηθηθούν τα εισοδήματα περιοχών που δεν έχουν καλές κλιματικές συνθήκες και ελκυστικές ακτές και άρα δεν μπορούν εκ των πραγμάτων να υποστηρίξουν τη συγκεκριμένη μορφή τουρισμού. Και εν πάση περιπτώσει, αυτοί που δεν τους αρέσει ο μαζικός τουρισμός, φέτος που θα είναι μειωμένες οι αφίξεις μαζικών τουριστών θα πρέπει να είναι ευχαριστημένοι.
Πώς μπορείς να σχεδιάσεις την αναπτυξιακή σου πολιτική όταν δεν ξέρεις τι θέλεις; Από τη μια μεριά αναθεματίζεις το λεγόμενο μαζικό τουρισμό και από την άλλη εμφανίζεσαι στενοχωρημένος όταν μειώνονται οι αφίξεις μαζικών τουριστών στο αεροδρόμιο; Τι σχέδιο λοιπόν υπήρχε γύρω από τη σπατάλη τόσον εκατομμυρίων ευρώ για λιμενικές υποδομές σκαφών αναψυχής στο νομό; Μήπως, ο στόχος ήταν να κάνουν σχεδόν δωρεάν διακοπές οι τουρίστες με τα κότερα; Ποια λοιπόν ρεαλιστική πολιτική πρόταση και ποιο σχέδιο εφαρμογής θα δώσουν αποτελεσματικές απαντήσεις για την αντιμετώπιση ή έστω τον περιορισμό των τοπικών επιπτώσεων της οικονομικής κρίσης αλλά και προοπτική για μια πραγματική αναπτυξιακή πορεία της τοπικής οικονομίας;
Υψηλή απορρόφηση πόρων δεν συνεπάγεται αναγκαστικά γρήγορους ρυθμούς ανάπτυξης, αλλά αντίθετα μπορεί να συνεπάγεται υψηλά επίπεδα σπατάλης. Η Κεφαλονιά και η Περιφέρεια Ιόνιων Νησιών όφειλαν να είχαν ένα στρατηγικό σχέδιο περιφερειακής ανάπτυξης εντός του οποίου θα σχεδιάζονταν και θα υλοποιούνταν τα επιμέρους έργα και οι δράσεις. Οι επενδύσεις σε τυχαίες εμπνεύσεις και έργα αμφίβολης αποτελεσματικότητας, χωρίς να εντάσσονται σε ένα ευρύτερο σχέδιο και φυσικά χωρίς να υπάρχουν θεσμοί αποτελεσματικής και διαφανούς διοίκησης και οργάνωσης τους, εξηγεί σε μεγάλο βαθμό την πενιχρή αναπτυξιακή επίδραση των μέχρι τώρα παρεμβάσεων. Η κατανομή μεγάλου μέρους των πόρων των τριών ΚΠΣ υπαγορεύτηκε περισσότερο από ευκαιριακές ανάγκες και υποτιθέμενα οράματα παρά από την ύπαρξη ενός συνεκτικού σχεδίου οικονομικής και περιφερειακής ανάπτυξης. Επειδή προεκλογικά, για ευνόητους λόγους, αποκλείεται να γίνει αποδεχτεί η πρόταση για μια σοβαρή αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας των μέχρι τώρα παρεμβάσεων σε όλους τους τομείς σε επίπεδο νομού, ας γίνει έστω μετεκλογικά. Τα συμπεράσματα θα είναι χρήσιμα για το μελλοντικό μοντέλο σχεδιασμού.
Οι ανάγκες για δημόσια τεχνικά έργα και οι σχετικές προτάσεις επενδύσεων είναι συνήθως άπειρες, ειδικά σε προεκλογικές περιόδους. Σήμερα, περισσότερο παρά ποτέ, αυτή η μαξιμαλιστική τακτική δεν δικαιολογείται καθώς οι οικονομικοί πόροι για την υλοποίηση των επενδυτικών προτάσεων είναι εξαιρετικά περιορισμένοι. Οι συνήθεις κομματικές αψιμαχίες για αυτά τα ζητήματα μόνο αλγεινή εντύπωση προκαλούν πλέον. Η επικοινωνιακή τακτική της μαγικής εικόνας όπου όλα τα προβλήματα δρομολογούνται αλλά όλα τελικά βρίσκονται «στο περίμενε», δεν είναι σοβαρή και σε κάθε περίπτωση είναι παρωχημένη. Ένα επιτυχημένο πρόγραμμα τοπικής ανάπτυξης προϋποθέτει πολύ και σκληρή δουλειά και όχι αντιγραφή αμφίβολης αποτελεσματικότητας προτάσεων που εφαρμόστηκαν αλλού. Προϋποθέτει δημοκρατικές διαδικασίες και όχι στεγανά, αιφνιδιασμούς και μυστικοπαθείς τακτικές. Προϋποθέτει πάνω από όλα ρήξη με τις εμμονές και πρακτικές του πρόσφατου παρελθόντος.
Επειδή δεν έχει νόημα να εμφανιστεί κάποιος με ένα εύηχο πλην αδιευκρίνιστο προεκλογικό όραμα ή σλόγκαν για την Κεφαλονιά, καθώς και με έναν μακρύ κατάλογο αναπτυξιακών προτάσεων και έργων προκειμένου να τσιμπολογήσει μερικές ψήφους παραπάνω, ας καταθέσει ο καθένας τη συγκεκριμένη πολιτική του πρόταση και το σχέδιο εφαρμογής της.
1Στο παρόν κείμενο, οι όροι «βασικός τομέας» και «μη βασικός τομέας» χρησιμοποιούνται με την έννοια που τους αποδίδεται στο πλαίσιο του λεγόμενου υποδείγματος του βασικού τομέα στο αντικείμενο της αστικής και περιφερειακής οικονομικής.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου